Υπάρχει και συμπεριληπτική τηλεόραση (και την βρίσκουμε στην νέα σειρά του netflix)

Poster της σειράς με γούρες των πρωταγωνιστών σε μπαλκόνι, πίσω τους, το Σεν Μαλό.

Υπάρχει και συμπεριληπτική τηλεόραση (και την βρίσκουμε στην νέα σειρά του netflix)

Στο παρελθόν έχουμε αναφερθεί στη σχέση των τυφλών ατόμων με την τηλεόραση και τις streaming πλατφόρμες, όπως το Netflix. Σπάνια όμως μας παρουσιάζεται η ευκαιρία να μιλήσουμε, ιδίως μάλιστα με καλά λόγια για το αντίστροφο. Τη σχέση δηλαδή της τηλεόρασης και πιο συγκεκριμένα, των τηλεοπτικών σειρών με τα τυφλά άτομα. Η σειρά «Ολο το φως που δεν μπορούμε να δούμε» που προσφάτως ανέβηκε στο Netflix αποτελεί μια εξαιρετική τέτοια ευκαιρία.  Η ομάδα της Black Light και συγκεκριμένα, ο Θοδωρής η Χρυσέλλα και η Δανάη παρακολούθησαν την σειρά και γράφουν για αυτή.

Πρόκειται για μια παραγωγή που βασίστηκε στο ομότιτλο βραβευμένο με πούλιτζερ βιβλίο του  Anthony Doerr. Η σειρά διαδραματίζεται στο κατεχόμενο από τους Ναζί Σεν Μαλό της Γαλλίας, κατά τον Αύγουστο του 1944. Η Μαρί  Λορ, είναι μια τυφλή νέα κοπέλα που κάνει μια εκπομπή μέσω ασυρμάτου, κάτι που  στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Γαλλία, τιμωρούνταν με θάνατο. Ο Βερνερ είναι ένας γερμανός στρατιώτης, εκπαιδευμένος να ανιχνεύει παράνομες εκπομπές προπαγάνδας κατά των γερμανών, από αντιστασιακούς. Μέσα από τέσσερα επεισόδια και πολλαπλές αναδρομές στο παρελθόν και των δύο χαρακτήρων, ανακαλύπτουμε την σύνδεση που διατρέχει τις ζωές τους από την παιδική τους ηλικία, αλλά και πως αυτή η σύνδεση θα τους φέρει κοντά στο παρόν. 

Μιλήσαμε όμως για συμπερίληψη, και φυσικά αυτή δεν εξαντλείται στο γεγονός πως η σειρά έχει μια τυφλή  γυναίκα ως βασικό χαρακτήρα. Ο δημιουργός της σειράς, Στίβεν Νάιτ θέλησε οι ηθοποιοί που θα ενσάρκωναν τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Μαρί τόσο στα παιδικά της χρόνια, όσο και στην ενήλικη ζωή της, να έχουν κάποιο βίωμα της τυφλότητας. Έτσι, η παραγωγή ξεκίνησε μια παγκόσμια καμπάνια ώστε να βρεθεί  η κατάλληλη. Κατέληξαν, λοιπόν, στην Aria Mia Loberti, η οποία λόγω μιας γενετικής μορφής δυσχρωματοψίας θεωρείται νομικά τυφλή ώστε να ενσαρκώσει την νεαρή ενήλικα και στην Nell Sutton, μια τυφλή οκτάχρονη ηθοποιό, να αναλάβει τον ρόλο της Μαρί στην παιδική της ηλικία.

Ειδικότερα, για την Αγγλίδα Sutton, ο ρόλος της Μαρί αποτελεί το μεγάλο της τηλεοπτικό ντεμπούτο στην ηθοποιία. Παρά το νεαρό της ηλικίας της, έχει παίξει σε μικρότερους ρόλους σε ταινίες όπως το “13 going 30” αλλά και σε τηλεοπτική καμπάνια για το ίδρυμα των σκύλων-οδηγών στην Αγγλία. 

Από την άλλη, η Loberti, ως τότε δεν είχε καμία σχέση με την υποκριτική καθώς σπούδασε  φιλοσοφία και πολιτικές επιστήμες, ενώ είχε επίσης κάνει διδακτορικό στη ρητορική. Μέσω μιας εκπαιδεύτριας που είχε ως παιδί στην κινητικότητα και τον προσανατολισμό, έμαθε για την καμπάνια των παραγωγών της σειράς και έχοντας διαβάσει και αγαπήσει το βιβλίο, δήλωσε συμμετοχή.

Φαίνεται πως πραγματικά αυτό που ίσως χάνει η Loberti μην έχοντας προηγούμενες σπουδές στην υποκριτική, το κερδίζει από το δικό της βίωμα και τις κατευθύνσεις των δημιουργών. Η τυφλή κοπέλα την οποία υποδύεται μοιάζει απόλυτα πιστική. Ο τρόπος που κινείται στο χώρο, ο τρόπος που διαβάζει στη γραφή Braille, ο τρόπος που μαθαίνει, ακόμα και το πως πίνει νερό, όλα γίνονται με εξαιρετικά ρεαλιστική προσέγγιση. Δεν είναι όμως μόνο η κινησιολογία που καθιστά ρεαλιστική την ηρωίδα της Loberti. Η σειρά αυτή μας δίνει έναν πραγματικό ανάπηρο χαρακτήρα. Η τυφλότητα της Μαρί, δεν αποτελεί  για αυτή, ούτε εμπόδιο, ούτε πλεονέκτημα. Είναι απλώς  ο τρόπος της να προσεγγίσει τη ζωή. Μαθαίνει, αγαπά, φοβάται, κινδυνεύει, αντιστέκεται, ελπίζει, συνεισφέρει, όπως οποιοσδήποτε άνθρωπος. 

Ένα άλλο σπουδαίο επίτευγμα της σειράς, είναι πως μας εισάγει χωρίς διδακτισμό σε ένα περιβάλλον αποδοχής. Ο πατέρας της Μαρί, την ανατρέφει από μικρή έχοντας πλήρη συναίσθηση και αποδοχή πως πρόκειται για ένα τυφλό κορίτσι. Την μαθαίνει να κυκλοφορεί με το μπαστούνι, της περιγράφει όσα βλέπει στα μέρη όπου περπατούν και γενικά την προετοιμάζει να ζήσει μια ζωή με τη μεγαλύτερη δυνατή ανεξαρτησία. Το ίδιο θα κάνουν αργότερα και άλλα άτομα στο περιβάλλον της. Είναι μια πολύ ευσύνοπτη περιγραφή του πως ένα ανάπηρο άτομο μπορεί να ανθίσει και να αναπτύξει τις δυνατότητες του μέσα σε ένα περιβάλλον που το αποδέχεται, ακόμα μάλιστα και μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες, καθώς μιλάμε για την περίοδο του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. 

Θεωρούμε πως τέτοιες προσπάθειες είναι απολύτως αναγκαίες και μπορούν να λειτουργήσουν ως παράδειγμα για επόμενα εγχειρήματα.Η δημιουργία ανάπηρων χαρακτήρων που να μην είναι καρικατούρες λύπησης ή  θαυμασμού, αλλά πραγματικοί άνθρωποι, είναι κάτι που λείπει πολύ από τη μυθοπλασία. Όταν μάλιστα αυτοί οι χαρακτήρες έχουν την τύχη να ενσαρκώνονται από ηθοποιούς που έχουν και οι ίδιοι το βίωμα της αναπηρίας, τότε το μήνυμα έχει ακόμη μεγαλύτερη δύναμη και ουσία. «Έχω τη δική μου φωνή και δε χρειάζομαι άλλους να μιλήσουν για μένα» δηλώνει η Loberti σε μία συνεντευξή της. Και έχει δίκιο. Εμείς το ξέρουμε!

Ακούστε εδώ το podcast του Θοδωρή Τσάτσου και της Χρυσέλλας Λαγαρία σε σχέση με το “Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε”

Δείτε εδώ το official trailer της σειράς από το Netflix,  με ακουστική περιγραφή

Ευχαριστούμε την Χριστιάννα Ζώτου, εκπαιδεύτρια κινητικότητας και προσανατολισμού και διευθύντρια συντονισμού προγραμμάτων της Αμυμώνης, που μας βοήθησε να αποκτήσουμε καλύτερη γνώση της κινησιολογίας της Loberti.